Στην κλινική πράξη βλέπουμε συχνά ότι οι γλωσσικές δυσκολίες που παρουσιάζουν αρκετά παιδιά έχουν σαν αποτέλεσμα αντίστοιχες δυσκολίες στη μάθηση στο σχολικό πλαίσιο. Συγκεκριμένα, η δυσκολία κατανόησης του προφορικού λόγου θα γίνει εμφανής και στην κατανόηση του γραπτού λόγου. Επιπρόσθετα, αφού οι γλωσσικές απαιτήσεις σε επίπεδο κατανόησης στις καθημερινές συζητήσεις είναι πολύ χαμηλότερες από εκείνες των σχολικών μαθημάτων, είναι πιθανόν οι δυσκολίες να γίνουν εμφανείς μόνο στο πλαίσιο των σχολικών μαθημάτων. Σε αυτή την περίπτωση, οι γλωσσικές δυσκολίες σε επίπεδο κατανόησης οδηγούν σε γενικές μαθησιακές δυσκολίες.
Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις παιδιών που, δυστυχώς, οι γλωσσικές τους δυσκολίες γίνονται αντιληπτές στο πλαίσιο των σχολικών μαθημάτων, όπου οι γλωσσικές απαιτήσεις είναι υψηλότερες και μάλιστα σε μεγαλύτερες τάξεις φοίτησης του δημοτικού ακόμη και στο γυμνάσιο.
Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις παιδιών που, δυστυχώς, οι γλωσσικές τους δυσκολίες γίνονται αντιληπτές στο πλαίσιο των σχολικών μαθημάτων, όπου οι γλωσσικές απαιτήσεις είναι υψηλότερες και μάλιστα σε μεγαλύτερες τάξεις φοίτησης του δημοτικού ακόμη και στο γυμνάσιο.
Οι δυσκολίες στην κατανόηση γίνονται αντιληπτές, καθώς δυσχεραίνουν
- την απομνημόνευση των θεωρητικών μαθημάτων,
- την κριτική επεξεργασία των κειμένων των θεωρητικών μαθημάτων
- και την επίλυση των προβλημάτων στα μαθηματικά και στη φυσική.
Ο έγκαιρος εντοπισμός των παιδιών με γλωσσικές δυσκολίες και η έγκαιρη εξατομικευμένη λογοθεραπευτική παρέμβαση συμβάλλουν στην πρόληψη γενίκευσης των δυσκολιών τους στους τομείς μάθησης και, φυσικά, στην πρόληψη της σχολικής αποτυχίας.
Αιμιλία Καββαδά
Λογοθεραπεύτρια
M. Ed. Στην Ειδική Αγωγή & Εκπαίδευση